Επιστρέφοντας στην κανονικότητα του ελληνικού καλοκαιριού, αποφασίσαμε να πλεύσουμε στη θάλασσα των Κυκλάδων και των Δωδεκάνησων παρέα μ’ ένα καταμαράν.
Το καταμαράν είναι σαν ιστιοπλοϊκό με τη διαμόρφωση πλοίου. Μεγαλύτερο και πιο άνετο για ξεκούραστα ταξίδια, αν βέβαια και η θάλασσα είναι ήρεμη. Εξοπλισμένο με τέσσερις καμπίνες η κάθε μία με το μπάνιο της και άλλες δύο για το πλήρωμα, με κουζίνα, εσωτερικό και εξωτερικό σαλόνι. Προσωπικά πιστεύω ότι το καλύτερο σημείο για να απολαμβάνεις το τοπίο και να ξεκουράζεσαι είναι το δίχτυ που βρίσκεται στην πρύμνη του.

Μαγγανίτης Ικαρίας
Έχοντας πλέυσει στις Κυκλάδες, σειρά είχαν ο Μαγγανίτης της Ικαρίας και τα Δωδεκάνησα. Αφήνοντας λοιπόν πίσω μας τη Μύκονο σειρά είχε η Πάτμος. Ο άνεμος όμως είχε φτάσει τα 7 μποφόρ και τα κύματα ήταν ιδιαίτερα επίμονα, επομένως βρήκαμε ένα μικρό λιμανάκι στην Ικαρία, το Μαγγανίτη, και δέσαμε χωρίς δεύτερη σκέψη. Πολύ μικρό παραθαλάσσιο χωριουδάκι με ιδιαίτερη ατμόσφαιρα και γραφικές πέτρες.

Τα νερά στο λιμανάκι του ήταν πεντακάθαρα γι’ αυτό κάναμε μια βουτιά αναζωογόνησης μετά από το δύσκολο ταξίδι. Απολαύσαμε παραδοσιακό φαγητό στο μαγαζί «Στο Γυαλό κάνει…Φουρτούνα»– προσωποποίηση της ημέρας μας- με τη σπεσιαλιτέ τους το “σουφικό”, γνωστό ικαριώτικο φαγητό, να μας ταξιδεύει με τη γεύση του στην περιοχή τους.

Επόμενη μας στάση ήταν οι Σεϋχέλλες της Ικαρίας. Μία καλά κρυμμένη παραλία στην οποία έχεις πρόσβαση και με αμάξι, το οποίο θα χρειαστεί να το αφήσεις στην αρχή ενός μονοπατιού που θα σε οδηγήσει στα μαγευτικά γαλάζια νερά.
Έχοντας ρίξει άγκυρα πιο βαθιά, λόγω του ιδιαίτερου πετρώματος στα ρηχά της, κολυμπήσαμε μέχρι την ακτή και εξερευνήσαμε την παραλία.Την στόλιζαν χαρακτηριστικές μεγάλες πέτρες στις οποίες με λίγη προσπάθεια μπορούσες να σκαρφαλώσεις και να απολαύσεις τη θέα από ψηλά, ίσως να κάνεις και καμιά βουτιά.

Φούρνοι
Οι Φούρνοι, βρίσκονται μεταξύ της Ικαρίας και της Σάμου, ένα μικρό νησάκι με πολλά υποσχόμενους κόλπους. Αφού δέσαμε στο λιμάνι για να εξασφαλίσουμε τη θέση μας -καθώς δεν έχεις τη δυνατότητα κράτησης θέσης- ξεκινήσαμε να πηγαίνουμε σε μια παραλία που είδαμε καθώς πλησιάζαμε το νησί, τη Ψιλή Άμμο. Περπατήσαμε περίπου 10 λεπτά και κατεβαίνοντας βρήκαμε την ακτή η οποία ήταν γεμάτη με αλμυρίκια. Οργανωμένη και με beach bar ήταν κατάλληλη για μια βουτιά μετά το ταξίδι μας.
Επιστρέφοντας στο λιμάνι γευματίσαμε στην ταβέρνα «Τα δελφινάκια», όπου η γαριδομακαρονάδα τους μας εξέπληξε! Περιηγηθήκαμε στη συνέχεια στα γραφικά στενάκια του νησιού. Ο κεντρικός δρόμος στολισμένος με δέντρα δημιουργούσαν «αψίδες» και σε μετέφεραν σ’ ένα “νησιώτικο δάσος”.

Καθώς προχωρούσαμε για να βρούμε ένα ψηλό σημείο στο νησί για να απολαύσουμε το ηλιοβασίλεμα, συναντήσαμε τα σπιτάκια του. Άσπρο τοίχωμα με μπλε παράθυρα, στολισμένα με λουλούδια και τους σπιτονοικοκύρηδες στην πόρτα να σου προσφέρουν το ζεστό τους χαμόγελο. Εν τέλει, το ηλιοβασίλεμα κρύφτηκε πίσω από τους λόφους όμως τα χρώματα του ουρανού έκλεισαν ωραία τη μέρα μας.

Την επόμενη μέρα η πρώτη μας στάση ήταν ο κόλπος «Ελιδάκι» των Φούρνων. Είχε δύο ακτές η μία από τις οποίες χαρακτηριζόταν- με επιγραφή σε μία πέτρα- ως παραλία γυμνιστών. Συναντήσαμε και κατασκηνωτές στην ακτή οι οποίοι απολάμβαναν το μαγευτικό τοπίο του νησιού. Ο διπλανός κόλπος της «Βλυχάδας», χαρακτηρίζεται ως ο πιο ωραίος του νησιού. Τα νερά ήταν κρυστάλλινα και ο βυθός γεμάτος ψάρια και μοναδικά κοχύλια. Και σε αυτήν την ακτή συναντήσαμε αλμυρίκια τα οποία μας πρόσφεραν τη σκιά τους για χαλάρωση.

Αρκιοί
Με τη ζωή στη θάλασσα χάνεις την αίσθηση του χρόνου, ξεχνάς τις μέρες, το άγχος του αύριο και απλώς απολαμβάνεις αυτά που σου προσφέρει. Αυτή ήταν η σκέψη που με κατέκλυσε καθώς φτάναμε στους Αρκιούς, ένα νησάκι πολύ μικρό με 30 περίπου κατοίκους, ιδανικός προορισμός για χαλάρωση και διαφυγή από την καθημερινότητα. Το λιμανάκι του, στολισμένο με χρώματα από τα γύρω μαγαζιά, είναι το κέντρο του νησιού. Είχαμε την επιλογή για φαγητό στις τρεις ταβέρνες που διαθέτει και επιλέξαμε τον «Τρύπα» που μας τάισε υπέροχα.

Όταν ξημέρωσε, βάλαμε πλώρη για την παραλία των Αρκιών, τα «Τηγανάκια». Τα νερά που αντικρίσαμε δύσκολα τα βρίσκεις. Αλλού γαλάζια και αλλού σμαραγδί δημιουργούσαν μοναδικούς χρωματισμούς στο βυθό. Αράξαμε στον κόλπο και στη συνέχεια μεταφερθήκαμε στην παραλία «Κατσαδιά», η οποία ανήκει στους Λειψούς, τον επόμενο προορισμό μας.
Λειψοί
Οι Λειψοί βρίσκονται ανάμεσα στην Πάτμο και στη Λέρο. Σύμφωνα με τη μυθολογία, εικάζεται ότι υπάρχει μια σύνδεση με τη θεά Καλυψώ.

Προχωρήσαμε προς το λιμάνι και δέσαμε, πληρώνοντας το αντίτιμο των 5 ευρώ, για τις υπηρεσίες που μας προσφέρει η μαρίνα του νησιού. Το λιμάνι τους είχε χαρακτηριστικά μπλε παγκάκια και πολύχρωμα λουλούδια που έδιναν έναν χαρούμενο τόνο στην ατμόσφαιρα. Περπατώντας ανακαλύψαμε τα μυστικά του νησιού, γραφικά σοκάκια και σπίτια με βασικό χρώμα τις αποχρώσεις του μπλε.

«Οι Λειψοί είναι τρόπος ζωής», είπε ο υπεύθυνος της ταβέρνας «Στης Βάσως του Ασπράκη», η οποία βρίσκεται δίπλα στο λιμάνι και σερβίρει το πιο ωραίο χταπόδι του νησιού. Καθώς τη συγκεκριμένη μέρα είχε πανσέληνο αποφασίσαμε να βρούμε ένα μέρος να την απολαύσουμε , το εστιατόριο “Manolis Tastes” ήταν η κατάλληλη επιλογή, με ταράτσα πάνω από τις στέγες των σπιτιών, μας πρόσφερε μοναδική θέα του νησιού και του βραδινού ουρανού.
Ξεκινήσαμε το επόμενο πρωί με προορισμό το Μακρονήσι των Λειψών, ένα μέρος με ακατέργαστη ομορφιά. Το βραχώδες τοπίο δημιουργούσε σπηλιές στο βυθό και τα γαλαζοπράσινα νερά του μας καλούσαν για εξερεύνηση. Με έναν αναπνευστήρα και ένα ζευγάρι βατραχοπέδιλα κολυμπήσαμε κάτω από τα βράχια και δίπλα σε υφάλους. Τα ψάρια μας έκαναν παρέα στην εξόρμησή μας. Το Μακρονήσι θα έλεγα πως είναι το καταλληλότερο μέρος για να επισκεφτούν οι λάτρεις των καταδύσεων.

Πάτμος
Αφήνοντας λοιπόν τους Λειψούς πίσω μας, πλεύσαμε προς την Πάτμο. Το πρώτο πράγμα που βλέπεις αντικρύζοντας το νησί είναι το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη. Επιβλητικό, χτισμένο στην ακρόπολη του νησιού αποτελεί σημείο κατατεθέν. Αγκυροβολήσαμε στο λιμάνι και περιηγηθήκαμε στα στενά της Πάτμου. Η κίνηση στην Πάτμο συναντάται στο λιμάνι και στο γραφικό παλιό κέντρο του νησιού γύρω από το μοναστήρι.

Όλο το νησί ντυμένο με χαρακτηριστικό άσπρο χρώμα και πετρόκτιστα σπίτια σε μεταφέρει σε μια παλιά εποχή. Η ανάβαση στο μοναστήρι μας πρόσφερε μια ανεπανάληπτη θέα του νησιού με τη θάλασσά, ενώ οι ανεμόμυλοι, μετά από πολύ ώρα αναζήτησης, καταλήξαμε ότι ήταν το καλύτερο μέρος για να απολαύσεις το ηλιοβασίλεμα.

Τελευταίος προορισμός μας ήταν η Δονούσα των Κυκλάδων. Έπειτα ακολούθησε η επιστροφή μας στη Μύκονο, όπου αφήσαμε το σκάφος και πήραμε το δρόμο του γυρισμού με τις αναμνήσεις μας. Όλα τα ωραία κάποτε τελειώνουν λοιπόν, οι ομορφιές όμως που κρύβει η Ελλάδα μας ποτέ.
Στην καρδιά του χειμώνα, ανακάλυπτα επιτέλους πως φύλαγα μέσα μου ένα αήττητο καλοκαίρι.
– Αλμπέρ Καμύ, ‘Το καλοκαίρι’
Από τη Ζένια Νταούκα
Διαβάστε επίσης: